Διόσκουροι, τοῦ ζωγράφου Ζὰν Λεμὲρ (Jean Lemaire).
Οἱ Διόσκουροι, λεπτομέρεια ἀπὸ μελανόμορφο πήλινο ἀγγεῖο, 575 – 525 π. Χ. / 3ος αἰ μ. Ὀ., Γρηγοριανὸ Ἐτρουσκικὸ Μουσεῖο Βατικανοῦ, Ῥώμη.
Οἱ Διόσκουροι ἔφιπποι, συνοδευόμενοι ὑπὸ κυνῶν καὶ ἀετοῦ. Μελανόμορφος ἀμφορεὺς περὶ τὸν 5ο αἰ. π. Χ. / 3ο αἰ. μ. Ὀ.
Ὁ χάλκινος γίγας Τάλως φονεύεται ὑπὸ τῆς Μηδείας καὶ τῶν Διοσκούρων κατὰ τὴν Ἀργοναυτικὴ ἐκστρατεία. Οἱ θεοὶ Ποσειδῶν καὶ Ἀμφιτρίτη ἐπιβλέπουν ἄνωθεν. Ἀττικὸς ἐρυθρόμορφος κρατήρ, 400 π. Χ. / τέλη 4ου αἰ. μ. Ὀ., Ἐθνικὸ Ἀρχαιολογικὸ Μουσεῖο Τζάττα, Ρούβο ντὶ Πούλια (Ῥυβαστεινών, Ἀπουλήια), Ἰταλία.
Ἡ ἀπαγωγὴ τῶν Λευκιππίδων ἀπὸ τοὺς Διόσκουρους. Ἀπεικονίζεται ὁ Κάστωρ, ἀριστερά (λεπτομέρεια). Ἀττικὴ ἐρυθρόμορφη ὑδρία, 4ος αἰ. π. Χ. / 4ος αἰ. μ. Ὀ., Βρετανικὸ Μουσεῖο, Λονδίνο.
Ἡ ἀπαγωγὴ τῶν Λευκιππίδων ἀπὸ τοὺς Διόσκουρους. Ἀπεικονίζεται ἡ Ἀφροδίτη, καθείμενη παρὰ βωμοῦ, καὶ ἡ ἀκόλουθός της, Πειθώ (λεπτομέρεια). Ἀττικὴ ἐρυθρόμορφη ὑδρία, 4ος αἰ. π. Χ. / 4ος αἰ. μ. Ὀ., Βρεταννικὸ Μουσεῖο, Λονδίνο.
Ἡ ἀπαγωγὴ τῶν Λευκιππίδων ἀπὸ τοὺς Διόσκουρους. Ἀπεικονίζεται ὁ Πολυδεύκης δεξιά (λεπτομέρεια). Ἀττικὴ ἐρυθρόμορφη ὑδρία, 4ος αἰ. π. Χ. / 4ος αἰ. μ. Ὀ., Βρετανικὸ Μουσεῖο, Λονδίνο.
Ὁ Ζεύς μεταμορφωθεὶς εἰς κύκνο, ἀποπλανεῖ τὴν Λήδα. Παρίστανται ἡ Πειθὼ καὶ ὁ Ὕπνος. Ἀπουλιανὴ ἐρυθρόμορφη λουτροφόρος, 4ος αἰ. π. Χ. / 4ος αἰ. μ. Ὀ., Μουσεῖο J. P. Getty.
Ἡ γέννηση τῆς Ἑλένης ἀπὸ τὸ αὐγὸ τῆς Νεμέσεως. Παρίστανται ὁ Τυνδάρεως, ἡ Λήδα, καὶ οἱ Διόσκουροι. Ἐρυθρόμορφο ἀγγεῖο, 4ος αἰ. π. Χ. / 4ος αἰ. μ. Ὀ., Ἀθῆναι, Ἀκαδημαϊκὸ Μουσεῖο Τέχνης, Βόννη.
Ἡ θεὰ Νέμεσις καὶ οἱ Διόσκουροι, ἀπὸ ἀγγειογραφία μὲ θέμα τὴν κάθοδο τοῦ Ἡρακλέους ἐς Ἄδη. Ἡ Νέμεσις φέρει ξίφος, οἱ Διόσκουροι ἀμφότεροι φοροῦν πέτασο (διακριτικὸ τῶν ταξιδιωτῶν), καὶ συνοδεύονται ὑπὸ λαμπροῦ ἀστέρος. Ἀπουλιανὸς ἐρυθρόμορφος κρατήρ, περὶ τὸ 330 – 310 π. Χ. / τέλη 5ου αἰ. μ. Ὀ., Ἐθνικὸ Μουσεῖο Ἀρχαιοτήτων, Μόναχο.
Ἀνάγλυφο μὲ τοὺς Διόσκουρους, Κάστορα καὶ Πολυδεύκη, πρωἰμου κλασικῆς ἐποχῆς ἀπὸ τὸν Τάραντα, Κάτω Ἰταλία.
Οἱ Διόσκουροι ἔφιπποι, ὑπερίπτανται μίας πτερωτῆς Νίκης, παριστάμενοι ἐν δείπνῳ προσφορῶν (Θεοξενία) ἑνὸς ζεύγους, πλησίον βωμοῦ και τραπέζης μὲ προσφερόμενα ἀρτύματα. Ἡ ἐπιγραφὴ [TOI]Σ ΘΕΟΙΣ ΜΕΓΑΛΟΙΣ ΔΑΝΑΑ ΑΤΘΕΝΕΙΤΕΙ[Α] σημαίνει “Πρὸς τοὺς μεγάλους Θεούς, ἡ Δανάα, ἡ κόρη τοῦ Ἀτθενείτου”. Ἀναθηματικὸ ἀνάγλυφο ἀπὸ Λάρισσα Θεσσαλίας, 2ος αἰ. π. Χ. / 6ος αἰ. μ. Ὀ., Μουσεῖο Λούβρου.
Οἱ Διόσκουροι Κάστωρ καὶ Πολυδεύκης, ῥωμαϊκὸ ἀνάγλυφο, 2ος αἰ. μ. Χ. / 10ος αἰ. μ. Ὀ., Μητροπολιτικὸ Μουσεῖο Τέχνης, Νέα Ὑόρκη.
Οἱ Διόσκουροι, Κάστωρ καὶ Πολυδεύκης, ἀπαγάγουν τὶς θυγατέρες τοῦ Λευκίππου, Φοίβη καὶ Ἱλάειρα. Μαρμάρινη πρόσοψη ῥωμαϊκῆς σαρκοφάγου, περὶ τὸ 160 μ. Χ. / 10ος αἰ. μ. Ὀ., Galleria dei Candelabri, Μουσεῖο Βατικανοῦ.
Οἱ Διόσκουροι, πιθανῶς ἀπεικονιζόμενοι ἐδῶ ὡς ἥρωες προστάται τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων, ῥωμαϊκὸ ἀντίγραφο ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς ἑνὸς ἀρχαιοτέρου ἀγάλματος τοῦ Πραξιτέλους. Ἐθνικὸ Μουσεῖο τοῦ Πράδο, Μαδρίτη.
Ἡ Λήδα καὶ ὁ Κύκνος. Ψηφιδωτό, 3ος αἰ. π. Χ. / 11ος αἰ. μ. Ὀ., ἀπὸ τὸ Τέμενος τῆς Ἀφροδίτης, Κουκλιά. Ἀρχαιολογικὸ Μουσεῖο, Κύπρος.
Οἱ Διόσκουροι, ῥωμαϊκὸ ψηφιδωτὸ περὶ τὸν 2ον αἰ. μ. Χ. / 10ον αἰ. μ. Ὀ., ἐκ τοῦ “Οἴκου τῶν Διοσκούρων” (Domus dei Dioscuri, ἀπὸ τὸ συγκρότημα οἰκιῶν Case a Giardino), Ὀστιά. Ἡ Ὀστιὰ ἀποτελοῦσε τὸν κύριο λιμένα τῆς ἀρχαίας Ῥώμης, ὅπου ἐκβάλλει ὁ ποταμὸς Τίβερης. Οἱ Διόσκουροι ἐτιμῶντο ἰδιαιτέρως ἐκεῖ ὡς προστᾶτες τῶν ναυτικῶν, ἔχοντας τὴν δύναμη νὰ ἐλέγχουν τὴν θάλασσα καὶ τοὺς ἀνέμους, χάρισμα ποὺ ἔλαβαν ἐκ τοῦ θεοῦ Ποσειδῶνος.
Διόσκουροι, ἀργυρὸ νόμισμα ἐπὶ βασιλείας Ἀντιόχου τοῦ Ἐπιφανοῦς, 2ος αἰ. μ. Χ. / 10ος αἰ. μ. Ὀ.
Ῥωμαϊκὸ νόμισμα μὲ τὴν θεότητα τῆς Ῥώμης καὶ τοὺς Διόσκουρους, Κάστορα καὶ Πολυδεύκη, ἔφιππους, 2ος αἰ. π. Χ. / 6ος – 7ος αἰ. μ.Ὀ.
Ἀναπαράσταση τῆς ἀρχαῖας ῥωμαϊκῆς Ἀγορᾶς (Forum Romanum). Ἀπὸ ἀριστερά: ὁ Ναὸς τοῦ Κρόνου, ὁ Ναὸς τοῦ Βεσπασιανοῦ, τὸ Βῆμα, ὅπου ἀγόρευαν οἱ ῥήτορες (Rostra), ὁ Ναὸς τῆς Ἁρμονίας, καὶ ἡ Ἀψίδα τοῦ Σεπτιμίου Σεβήρου. Στὸ βάθος τὸ κτίριο τῶν
Ὁ Ναὸς τῶν Διοσκούρων ἦταν ἀπὸ τὰ ἀρχαιότερα κτίρια τῆς ῥωμαϊκῆς Ἁγορᾶς (Forum Romanum). Ἀνεγέρθη ἀπὸ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴν νίκη τοῦ Ποστουμίου κατὰ τοῦ Ταρκινίου στὴν μάχη τῆς Λίμνης Ρηγίλλης, ποὺ ἦταν καθοριστικῆς σημασίας γιὰ τὴν Ῥωμαϊκὴ Πολιτεία. Συμφώνως πρὸς τὸν ἀρχαῖο θρῦλο, οἱ Διόσκουροι ένεφανίσθησαν ἔφιπποι εἰς τὸ πεδίο τῆς μάχης, βοηθῶντας τὸν στρατὸ τοῦ Ποστουμίου, καὶ κατόπιν εἰς τὴν ῥωμαϊκὴ Ἀγορὰ παρὰ τῆς πηγῆς Ἰουτούρνα ὡς ἀναγγέλοντες τὴν νίκη – ὁ δὲ Ναός τους ἀνεγέρθη ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ σημείου τῆς Ἀγορᾶς.
Πρὸς τὰ τέλη τοῦ 1ου αἰ. π. Χ. / 8ου αἰ. μ. Ὀ., μία πυρκαγιὰ κατέστρεψε μέγα μέρος τῆς ῥωμαϊκῆς Ἀγορᾶς, καὶ ὁ Ναὸς τῶν Διοσκούρων κατεκάη. Ὁ Τιβέριος, ὁ ὑιοθετημένος κληρονόμος τοῦ αὐτοκράτορος Αὐγούστου, ἀνέγειρε ἐκ νέου τὸν Ναό. Εἰς τὸν ἀρχαιολογικὸ χῶρο τῆς ῥωμαϊκῆς Ἀγορᾶς μέρη τοῦ Ναοῦ αὐτοῦ εἶναι ἀκόμη ἐμφανή.
Οἱ Διόσκουροι εἰς τὴν μάχη τῆς Ῥηγίλλης, χαρακτικὴ ἐπὶ ξύλου τοῦ John Reinhard Weguelin.
Τὰ ἀγάλματα τῶν Διοσκούρων, Κάστωρ καὶ Πολυδεύκης, εἰς ἕνα ἐκ τῶν ἑπτὰ λόφων τῆς Ῥώμης, τὸν Κυρινάλιο (Quirinale). Ἀρχιτεκτονικὸ σχέδιο/μελέτη σὲ χαρακτικὸ Ἰταλικῆς ἐκδόσεως τοῦ 1584. Εἰς τὸ βάθρο ἑκάστου ἀγάλματος ἀναγράφονται Opus Praxitelis καὶ Opus Fidiae ἀντιστοίχως [Ἔργο τοῦ Πραξιτέλους, Ἔργο τοῦ Φειδίου].
Ἡ ἁρπαγὴ τῶν Λευκιππίδων ἀπὸ τοὺς Διόσκουρους, τοῦ ζωγράφου Πέτερ Πῶλ Ρούμπενς (Peter Paul Rubens).
Τὰ ἀγάλματα καὶ ἡ πηγὴ τῶν Διοσκούρων, χαλκογραφία του Τζιοβάνι Μπατίστα Πιρανέζι (Giovanni Battista Piranesi). Ὁ λόφος Κυρινάλιος ἦταν ἐπίσης γνωστὸς ὡς Monte Cavallo, λόγῳ τῶν ἀγαλμάτων, ποὺ ἀπεικονίζουν τοὺς Κάστορα καὶ Πολυδεύκη νὰ δαμάζουν ἵππους. Ὁ Πιρανέζι ἀπὸ τὸ 1740 ἕως τὸ 1772 ἐδημιούργησε 135 χαλκογραφίες μὲ θέμα τὴν Ῥώμη τῆς ἐποχῆς του.
Τὰ ἀγάλματα καὶ ἡ πηγὴ τῶν Διοσκούρων, χαλκογραφία του Τζιοβάνι Μπατίστα Πιρανέζι (Giovanni Battista Piranesi). Ὁ λόφος Κυρινάλιος ἦταν ἐπίσης γνωστὸς ὡς Monte Cavallo, λόγῳ τῶν ἀγαλμάτων, ποὺ ἀπεικονίζουν τοὺς Κάστορα καὶ Πολυδεύκη νὰ δαμάζουν ἵππους. Ὁ Πιρανέζι ἀπὸ τὸ 1740 ἕως τὸ 1772 ἐδημιούργησε 135 χαλκογραφίες μὲ θέμα τὴν Ῥώμη τῆς ἐποχῆς του.
Τὰ ἀγάλματα τῶν Διοσκούρων καὶ τὸ ἀναβρυτήριον (ποὺ ἀντικατέστησε τὴν παλαιὰ πηγὴ τῶν Διοσκούρων) σήμερα, στὴν Πλατεία Κυριναλίου (Piazza del Quirinale) τῆς Ῥώμης. Ὁ Ὀβελίσκος, εἷς ἐκ τῶν πέντε Ῥωμαϊκῶν ὀβελίσκων καὶ πανομοιότυπος μὲ τὸν Ὀβελίσκο Esquiline, εἶχε κατασκευασθεῖ ἀπὸ ἐρυθρὸ γρανίτη τῆς Συήνης (Aswan, Αἴγυπτος) καὶ προέρχεται ἀπὸ τὸ Μαυσωλεῖο τοῦ Αὐγούστου. Ὁ Πάπας Πίος VI, τὸ 1786, ἔθεσε τὸν Ὀβελίσκο μεταξὺ τῶν ἀγαλμάτων, μετατοπίζοντας αὐτὰ ἐλαφρῶς. Παλαιότερα, ὁ Πάπας Σίξτος V εἶχε προβεῖ εἰς ἐργασίες συντηρήσεως καὶ ἀναστηλώσεως τῶν ἀγαλμάτων. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ του ἕως καὶ ἑνάμισυ αἰῶνα πρίν, οἱ Πάπες ἐσυνήθιζαν νὰ διαμένουν εἰς τὸ μέγαρο τοῦ Κυριναλίου λόφου. Ἡ περιοχὴ ἦταν ἐπίσης γνωστὴ ὡς Monte Cavallo, λόγῳ τῶν ἀγαλμάτων τῶν Διοσκούρων ποὺ ἀπεικονίζονται νὰ δαμάζουν ἵππους. Ἡ προέλευση τῶν ἀγαλμάτων δὲν εἶναι βέβαιη. Πιστεύεται ὅτι ἐκοσμοῦσαν τὰ λουτρὰ τοῦ Αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου (Palazzo Rospigliosi καὶ Palazzo della Consulta σήμερα) ἢ τὴν εἰσοδο τοῦ Σεραπείου ποὺ εἶχε ἀνεγείρει ὁ Αὐτοκράτωρ Καρακάλλας.
Τὰ ἀγάλματα τῶν Διοσκούρων καὶ τὸ ἀναβρυτήριον (ποὺ ἀντικατέστησε τὴν παλαιὰ πηγὴ τῶν Διοσκούρων) σήμερα, στὴν Πλατεία Κυριναλίου (Piazza del Quirinale) τῆς Ῥώμης. Ὁ Ὀβελίσκος, εἷς ἐκ τῶν πέντε Ῥωμαϊκῶν ὀβελίσκων καὶ πανομοιότυπος μὲ τὸν Ὀβελίσκο Esquiline, εἶχε κατασκευασθεῖ ἀπὸ ἐρυθρὸ γρανίτη τῆς Συήνης (Aswan, Αἴγυπτος) καὶ προέρχεται ἀπὸ τὸ Μαυσωλεῖο τοῦ Αὐγούστου. Ὁ Πάπας Πίος VI, τὸ 1786, ἔθεσε τὸν Ὀβελίσκο μεταξὺ τῶν ἀγαλμάτων, μετατοπίζοντας αὐτὰ ἐλαφρῶς. Παλαιότερα, ὁ Πάπας Σίξτος V εἶχε προβεῖ εἰς ἐργασίες συντηρήσεως καὶ ἀναστηλώσεως τῶν ἀγαλμάτων. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ του ἕως καὶ ἑνάμισυ αἰῶνα πρίν, οἱ Πάπες ἐσυνήθιζαν νὰ διαμένουν εἰς τὸ μέγαρο τοῦ Κυριναλίου λόφου. Ἡ περιοχὴ ἦταν ἐπίσης γνωστὴ ὡς Monte Cavallo, λόγῳ τῶν ἀγαλμάτων τῶν Διοσκούρων ποὺ ἀπεικονίζονται νὰ δαμάζουν ἵππους. Ἡ προέλευση τῶν ἀγαλμάτων δὲν εἶναι βέβαιη. Πιστεύεται ὅτι ἐκοσμοῦσαν τὰ λουτρὰ τοῦ Αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου (Palazzo Rospigliosi καὶ Palazzo della Consulta σήμερα) ἢ τὴν εἰσοδο τοῦ Σεραπείου ποὺ εἶχε ἀνεγείρει ὁ Αὐτοκράτωρ Καρακάλλας.
Τὰ ἀγάλματα τῶν Διοσκούρων καὶ τὸ ἀναβρυτήριον (ποὺ ἀντικατέστησε τὴν παλαιὰ πηγὴ τῶν Διοσκούρων) σήμερα, στὴν Πλατεία Κυριναλίου (Piazza del Quirinale) τῆς Ῥώμης. Ὁ Ὀβελίσκος, εἷς ἐκ τῶν πέντε Ῥωμαϊκῶν ὀβελίσκων καὶ πανομοιότυπος μὲ τὸν Ὀβελίσκο Esquiline, εἶχε κατασκευασθεῖ ἀπὸ ἐρυθρὸ γρανίτη τῆς Συήνης (Aswan, Αἴγυπτος) καὶ προέρχεται ἀπὸ τὸ Μαυσωλεῖο τοῦ Αὐγούστου. Ὁ Πάπας Πίος VI, τὸ 1786, ἔθεσε τὸν Ὀβελίσκο μεταξὺ τῶν ἀγαλμάτων, μετατοπίζοντας αὐτὰ ἐλαφρῶς. Παλαιότερα, ὁ Πάπας Σίξτος V εἶχε προβεῖ εἰς ἐργασίες συντηρήσεως καὶ ἀναστηλώσεως τῶν ἀγαλμάτων. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ του ἕως καὶ ἑνάμισυ αἰῶνα πρίν, οἱ Πάπες ἐσυνήθιζαν νὰ διαμένουν εἰς τὸ μέγαρο τοῦ Κυριναλίου λόφου. Ἡ περιοχὴ ἦταν ἐπίσης γνωστὴ ὡς Monte Cavallo, λόγῳ τῶν ἀγαλμάτων τῶν Διοσκούρων ποὺ ἀπεικονίζονται νὰ δαμάζουν ἵππους. Ἡ προέλευση τῶν ἀγαλμάτων δὲν εἶναι βέβαιη. Πιστεύεται ὅτι ἐκοσμοῦσαν τὰ λουτρὰ τοῦ Αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου (Palazzo Rospigliosi καὶ Palazzo della Consulta σήμερα) ἢ τὴν εἰσοδο τοῦ Σεραπείου ποὺ εἶχε ἀνεγείρει ὁ Αὐτοκράτωρ Καρακάλλας.
Τὰ ἀγάλματα τῶν Διοσκούρων ἐπὶ τῆς κορυφῆς τῆς σκάλας (δημιουργία τοῦ Μιχαὴλ Ἀγγέλου) ποὺ ὀδηγεῖ στὴν Πλατεία Καπιτωλίου (Piazza del Campidoglio, Ρώμη). Ὁ Πάπας Παῦλος ΙΙΙ εἶχε σχεδιάσει ἐκεῖ τὴν κατασκευὴ ἀγαλμάτων τῶν Διοσκούρων κατὰ τὴν ἀνέγερση νέων κτιρίων τοῦ Καπιτωλίου, ἀλλὰ τὴν ἰδία περίοδο ἀπεκαλύφθησαν δύο ἀγάλματα ἐντὸς τῆς Ῥωμαϊκῆς Ἀγορᾶς, ὅπου ἦταν ὁ ἀρχαῖος Ναὸς τῶν Διοσκούρων. Ἡ ἀπροσδόκητη ἀνακάλυψη ἐθεωρήθη οἰωνός καὶ τὰ ἀγάλματα, ἔργα τῆς ὑστέρας αὐτοκρατορικῆς περιόδου, ἐτοποθετήθησαν εἰς τὸ προβλεπόμενο σημεῖο μετὰ ἀπὸ ἐργασίες ἀποκαταστάσεως. Ὁ Καπιτωλίνος λόφος ἦταν ὁ μικρότερος τῶν ἑπτὰ λόφων τῆς Ῥώμης καὶ ὁ σημαντικώτερος, ὅπου ἕδραζε τὸ διοικητικὸ καὶ θρησκευτικὸ κέντρο τῆς πόλεως.
Τὰ ἀγάλματα τῶν Διοσκούρων ἐπὶ τῆς κορυφῆς τῆς σκάλας (δημιουργία τοῦ Μιχαὴλ Ἀγγέλου) ποὺ ὀδηγεῖ στὴν Πλατεία Καπιτωλίου (Piazza del Campidoglio, Ρώμη). Ὁ Πάπας Παῦλος ΙΙΙ εἶχε σχεδιάσει ἐκεῖ τὴν κατασκευὴ ἀγαλμάτων τῶν Διοσκούρων κατὰ τὴν ἀνέγερση νέων κτιρίων τοῦ Καπιτωλίου, ἀλλὰ τὴν ἰδία περίοδο ἀπεκαλύφθησαν δύο ἀγάλματα ἐντὸς τῆς Ῥωμαϊκῆς Ἀγορᾶς, ὅπου ἦταν ὁ ἀρχαῖος Ναὸς τῶν Διοσκούρων. Ἡ ἀπροσδόκητη ἀνακάλυψη ἐθεωρήθη οἰωνός καὶ τὰ ἀγάλματα, ἔργα τῆς ὑστέρας αὐτοκρατορικῆς περιόδου, ἐτοποθετήθησαν εἰς τὸ προβλεπόμενο σημεῖο μετὰ ἀπὸ ἐργασίες ἀποκαταστάσεως. Ὁ Καπιτωλίνος λόφος ἦταν ὁ μικρότερος τῶν ἑπτὰ λόφων τῆς Ῥώμης καὶ ὁ σημαντικώτερος, ὅπου ἕδραζε τὸ διοικητικὸ καὶ θρησκευτικὸ κέντρο τῆς πόλεως.
Ἀγαλμα τοῦ Κάστορος, Πλατεία Καπιτωλίου (Piazza del Campidoglio), Ρώμη (λεπτομέρεια).
Ἀγαλμα τοῦ Πολυδεύκη, Πλατεία Καπιτωλίου (Piazza del Campidoglio), Ρώμη (λεπτομέρεια).
Ὁ ἀστερισμὸς τῶν Διδύμων καὶ οἱ τρεῖς δεκανοί ἀπὸ τὸ Kitab Al Bulhan (Βίβλος τῶν Θαυμάτων), χειρόγραφο περὶ ἀστρολογίας, ἀστρονομίας, γεωμαντείας τοῦ Ἄμπντ ἀλ-Χασὰν Ἂλ Ἰσφαχανὶ (Abd al-Hasan Al-Isfahani), 1390.
Ὁ ἀστερισμὸς τῶν Διδύμων ἀπὸ τὸν τρίτον τόμο Firmamentum Sobiescianum, sive uranographia, τοῦ ἔργου Prodromus Astronomiae ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Ἑβέλιο (Johannes Hevelius), ἔκδ. 1690. (Οἱ εἰκονογραφίες εἶχαν σχεδιασθεῖ μὲ ἀντίθετη ὄψη, καὶ ἐδῶ ἔχουν ἐπεξεργασθεῖ πρὸς ἐπαναφορά).
Ὁ ἀστερισμὸς τῶν Διδύμων ἀπὸ παλαιότερο ἄτλαντα, σύγχρονη εἰκονογραφία (ψηφιακή).
Ὁ Κριός, ἐκ τῆς σειρᾶς πινάκων “Ὁ Ζῳδιακός”, τοῦ Γιόφρα Βοσχάρτ (Johfra Bosschart).