ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Οἱ ἀστέρες, ἀπλανεῖς ἢ πλανῆτες, φαίνονται ὅτι ἰσαπέχουν ἀπὸ ἐμᾶς ὡσὰν νὰ ἦταν κείμενοι ἐπὶ τῆς ἐσωτερικῆς ἐπιφανείας σφαίρας μὲ κέντρο τοὺς ὀφθαλμούς μας. Αὐτὴ ἡ φαινόμενη σφαιρικὴ εἰκόνα τοῦ οὐρανίου κόσμου γύρω μας καλεῖται Οὐράνια Σφαῖρα. Καθὼς οἱ ἀστέρες διατηροῦν τὴν μεταξύ τους θέση, φαίνονται νὰ κινοῦνται ἐξ ἀνατολῶν πρὸς δυσμάς, κατὰ τὴν ἡμερονύκτια περιστροφὴ τῆς Γῆς. Μερικοὶ ὅμως οὐδέποτε δύουν ἀλλὰ παραμένουν ἀειφανεῖς, κείμενοι πλησίον τῶν πόλων καὶ στρεφόμενοι γύρω τους. Ὅλη αὐτὴν τὴν κίνηση τὴν ὀνομάζουμε φαινόμενη κίνηση τῆς οὐρανίας σφαίρας.
Παράλληλοι
Παράλληλοι λέγονται οἱ κύκλοι ποὺ ἔχουν τοὺς ἴδιους πόλους μὲ τὴν οὐράνια σφαῖρα. Οἱ παράλληλοι κύκλοι εἶναι πέντε: ὁ ἀρκτικός, ὁ θερινὸς τροπικός, ὁ ἰσημερινός, ὁ χειμερινὸς τροπικὸς καὶ ὁ ἀνταρκτικός.
– Ἀρκτικὸς
Ὁ ἀρκτικὸς ἢ βόρειος πολικὸς κύκλος κεῖται ὑπεράνω ὅλων τῶν ὁρατῶν κύκλων τοῦ βορείου ἡμισφαιρίου καὶ ἐφάπτεται τοῦ ὁρίζοντος ἐπὶ ἑνὸς σημείου. Οἱ περιεχόμενοι ἀστέρες ἐντὸς τοῦ κύκλου αὐτοῦ δὲν ἀνατέλλουν οὔτε δύουν ἀλλὰ εἶναι ἀειφανεῖς. Τὴν νύκτα φαίνονται νὰ στρέφονται περὶ τοῦ βορείου πόλου. Ἀπὸ τὸ νότιο ἡμισφαίριο οἱ ἀστέρες αὐτοὶ εἶναι πάντα ἀφανεῖς, ὁ δὲ ἀρκτικὸς κύκλος ἀόρατος. Ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, ὁ ἀρκτικὸς κύκλος φαίνεται νὰ ὁρίζεται ἀπὸ τὸν ἐμπρόσθιο πόδα τῆς Μεγάλης Ἄρκτου. Ὅσο βορειοτέρως κατοικεῖ κάποιος, τόσο μεγαλύτερος φαίνεται ὁ ἀρκτικὸς κύκλος. Εἰς τὸν βόρειο πόλο ὁ ἀρκτικὸς συμπίπτει μὲ τὸν ὁρίζοντα καὶ τὸν ἰσημερινὸ κύκλο.
Ἐπὶ τῆς γηίνης σφαίρας, ὁ ἀρκτικὸς κύκλος ὁριοθετεῖ τὴν περιοχὴ ἀπὸ ΒΓΠ 66° 34′ ἕως τὸν βόρειο πόλο ΒΓΠ 90°. Ἡ περιοχὴ αὐτὴ λέγεται ἀρκτικὴ ζώνη. Ἐκεῖ ἀπὸ ἐαρινῆς ἕως φθινοπωρινῆς ἰσημερίας, ἡ τροχιὰ τοῦ Ἡλίου τείνει νὰ εἶναι παράλληλη πρὸς τὸν ὁρίζοντα, σχεδὸν δίχως νὰ ἀνατέλλῃ ἢ νὰ δύῃ. Τρεῖς ἑβδομάδες πρὶν καὶ μετὰ τὴν ἡμέρα τοῦ θερινοῦ ἡλιοστασίου, ὁ Ἥλιος δεν δύῃ πλέον ἀλλὰ βυθίζεται μερικῶς ὑπὸ τοῦ ὁρίζοντος καὶ κατόπιν ὁλίγου χρόνου ἀναδύεται. Τὴν ἡμέρα τοῦ θερινοῦ ἡλιοστασίου ὁ Ἥλιος κινεῖται σχεδὸν παραλλήλως τοῦ ὁρίζοντος χωρὶς νὰ δύῃ. Τὸ φαινόμενο αὐτὸ καλεῖται Ἥλιος τοῦ μεσονυκτίου.
Ἀντιθέτως κατὰ τὸ χειμερινὸ ἠλιοστάσιο, ὅταν οἱ ἡλιακὲς ἀκτῖνες εἶναι κατακόρυφες εἰς τοὺς τόπους τοῦ χειμερινοῦ τροπικοῦ, ὁ Ἥλιος εἶναι ἀόρατος ἐντὸς τῆς ἀρκτικῆς ζώνης. Ὀλίγο διάστημα πρὶν καὶ μετὰ τὴν χειμερινὴ τροπή, ὁ Ἥλιος παραμένει ὑπὸ τοῦ ὁρίζοντος μὲ ἀποτέλεσμα τὴν συνεχὴ νύκτα τῆς ἀρκτικῆς ζώνης.
– Θερινὸς τροπικὸς
Ὁ θερινὸς τροπικὸς κύκλος εἶναι ὁ βορειότατος τῶν κύκλων ποὺ διαγράφει ὁ Ἥλιος εἰς τὸν οὐρανὸ τὴν ἡμέρα τῆς θερινῆς τροπῆς (ἡλιοστάσιο). Τότε συμβαίνει ἡ μεγίστη ἡμέρα καὶ ἡ ἐλαχίστη νύκτα τοῦ ἔτους γιὰ τὸ βόρειο ἡμισφαίριο. Κατόπιν τῆς θερινῆς τροπῆς ὁ Ἥλιος δεν φαίνεται νὰ προχωρῇ ἄλλο πρὸς βορρᾶ κατὰ τὴν ἀνατολή του, ἀλλὰ τρέπεται πρὸς νότο, γιὰ τοῦτο καὶ ὁ κύκλος ὀνομάζεται τροπικός. Τέμνεται ἀπὸ τὸν ὁρίζοντα εἰς δύο ἄνισα μέρη, ἐκ τῶν ὁποίων τὸ μεγαλύτερο τμῆμα εἶναι ὑπὲρ τοῦ ὁρίζοντος.
Ἐπειδὴ παλαιότερα ἡ θερινὴ τροπὴ συνέβαινε εἰς τὸν Καρκίνο (ἐνῶ τὴν σήμερον εἰς τοὺς Διδύμους), ὁ θερινὸς τροπικὸς ἐπικράτησε νὰ ἀποκαλεῖται καὶ Τροπικὸς τοῦ Καρκίνου. Ἀλλὰ ὀρθότερο εἶναι νὰ ὀνομάζεται ὁ κύκλος αὐτὸς θερινὸς τροπικός, ὅπως λεγόταν ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα.
Ἐπὶ τῆς γηίνης σφαίρας ὁ θερινὸς τροπικὸς κύκλος σημειοδοτεῖ τὸ γεωγραφικὸ πλάτος ὅπου οἱ ἡλιακὲς ἀκτῖνες προσκρούουν καθέτως ἐπὶ τοῦ ἐδάφους τὴν ἡμέρα τοῦ θερινοῦ ἡλιοστασίου, σχηματίζοντας ὀρθὴ γωνία 90°. Ὁ παράλληλος αὐτὸς κεῖται εἰς ΒΓΠ 23° 26′ καὶ ὁριοθετεῖ τὴν ἀρχὴ τῆς εὐκράτου ζώνης τοῦ βορείου ἡμισφαιρίου, ἐκτεινομένης μέχρι τὸ σύνορο τοῦ ἀρκτικοῦ κύκλου. Ὑπὸ τοῦ παραλλήλου αὐτοῦ ἀρχίζει ἡ τροπικὴ ζώνη κλίματος, ἢ διακεκαυμένη ζώνη. Τὴν ἡμέρα τῆς θερινῆς τροπῆς ὁ θερινὸς τροπικὸς κύκλος καὶ ἡ ἐκλειπτικὴ συμπίπτουν.
– Ἰσημερινὸς
Ὁ ἰσημερινὸς κύκλος εἶναι ὁ μέγιστος τῶν πέντε παραλλήλων κύκλων, ὁ ὁποῖος διχοτομεῖται ἀπὸ τὸν ὁρίζοντα εἰς δύο ἴσα μέρη, μὲ τὸ ἕνα ἡμικύκλιο κείμενο ὑπὲρ τοῦ ὁρίζοντος καὶ ὁρατὸ καὶ τὸ ἄλλο ὑπὸ τοῦ ὁρίζοντος καὶ ἀόρατο. Ὁ Ἥλιος διαγράφει τὸν κύκλο αὐτὸν τὴν ἡμέρα τῆς ἐαρινῆς καὶ τῆς φθινοπωρινῆς ἰσημερίας, ὅπου ἡμέρα καὶ νύκτα εἶναι ἰσόχρονες γι’ ἀμφότερα τὰ ἡμισφαίρια.
Ἐπὶ τῆς γηίνης σφαίρας ὁ ἰσημερινὸς σημειοδοτεῖ τὸ γεωγραφικὸ πλάτος ὅπου οἱ ἡλιακὲς ἀκτῖνες προσκρούουν καθέτως ἐπὶ τοῦ ἐδάφους τὶς ἡμέρας τῶν ἰσημεριῶν, σχηματίζοντας ὀρθὴ γωνία 90°. Ὁ παράλληλος αὐτὸς κεῖται εἰς ΓΠ 0°, καὶ ὀριοθετεῖ τὸ σημεῖο ἄνω τοῦ ὁποίου μετροῦμε τὸ βόρειο γεωγραφικὸ πλάτος καὶ ὑπὸ αὐτοῦ τὸ νότιο. Ὁ ἰσημερινὸς ἐπίσης διχοτομεῖ τὴν τροπικὴ ζώνη, ἐκτεινόμενη ἀπὸ ΒΓΠ 23° 26′ ἕως ΝΓΠ 23° 26′, εἰς βόρεια καὶ νότια. Ὁ ἰσημερινὸς κύκλος καὶ ἡ ἐκλειπτικὴ συμπίπτουν τὶς ἡμέρες τῶν ἰσημεριῶν.
– Χειμερινὸς τροπικὸς
Ὁ χειμερινὸς τροπικὸς κύκλος εἶναι ὁ νοτιότατος τῶν κύκλων ποὺ διαγράφει ὁ Ἥλιος εἰς τὸν οὐρανὸ τὴν ἡμέρα τῆς χειμερινῆς τροπῆς (ἡλιοστάσιο). Τότε συμβαίνει ἡ ἐλαχίστη ἡμέρα τοῦ ἔτους καὶ ἡ μεγίστη νύκτα τοῦ βορείου ἠμισφαιρίου. Κατόπιν τῆς χειμερινῆς τροπῆς ὁ Ἥλιος δεν φαίνεται νὰ προχωρῇ ἄλλο πρὸς νότο κατὰ τὴν ἀνατολὴ του, ἀλλὰ τρέπεται πρὸς βορρᾶ, γιὰ τοῦτο καὶ ὁ κύκλος ὀνομάζεται τροπικὸς. Τέμνεται ἀπὸ τὸν ὁρίζοντα εἰς δύο ἄνισα μέρη, ἐκ τῶν ὁποίων τὸ μικρότερο τμῆμα εἶναι ὑπὲρ τοῦ ὁρίζοντος.
Ἐπειδὴ παλαιότερα, ἡ χειμερινὴ τροπή συνέβαινε εἰς τὸν Αἰγοκέρω (ἐνῶ τὴν σήμερον εἰς τὸν Τοξότη), ὁ χειμερινὸς τροπικὸς κύκλος ἐπικράτησε νὰ ἀποκαλεῖται καὶ Τροπικὸς τοῦ Αἰγόκερω. Ἀλλὰ ὀρθότερο εἶναι νὰ ὀνομάζεται ὁ κύκλος αὐτὸς χειμερινὸς τροπικός.
Ἐπὶ τῆς γηίνης σφαίρας ὁ χειμερινὸς τροπικὸς κύκλος σημειοδοτεῖ τὸ γεωγραφικὸ πλάτος ὅπου οἱ ἡλιακὲς ἀκτῖνες προσκρούουν καθέτως ἐπὶ τοῦ ἐδάφους τὴν ἡμέρα τοῦ χειμερινοῦ ἡλιοστασίου, σχηματίζοντας ὀρθὴ γωνία 90°. Ὁ παράλληλος αὐτὸς κεῖται εἰς ΝΓΠ 23° 26′, καὶ ὁριοθετεῖ τὴν ἀρχὴ τῆς εὐκράτου ζώνης τοῦ νοτίου ἡμισφαιρίου, ἐκτεινομένης μέχρι τὸ σύνορο τοῦ ἀνταρκτικοῦ κύκλου. Ὑπὸ τοῦ παραλλήλου αὐτοῦ ἀρχίζει ἡ νότια τροπικὴ ζώνη κλίματος. Τὴν ἡμέρα τῆς χειμερινῆς τροπῆς ὁ χειμερινὸς τροπικὸς κύκλος καὶ ἡ ἐκλειπτικὴ συμπίπτουν.
– Ἀνταρκτικὸς
Ὁ ἀνταρκτικὸς ἢ νότιος πολικὸς κύκλος κεῖται ὑπεράνω ὅλων τῶν ὁρατῶν κύκλων τοῦ νοτίου ἡμισφαιρίου καὶ ἐφάπτεται τοῦ ὁρίζοντος ἐπὶ ἑνὸς σημείου. Οἱ περιεχόμενοι ἀστέρες ἐντὸς τοῦ κύκλου αὐτοῦ δὲν ἀνατέλλουν οὔτε δύουν ἀλλὰ εἶναι ἀειφανεῖς. Τὴν νύκτα φαίνονται νὰ στρέφονται περὶ τοῦ νοτίου πόλου. Ἀπὸ τὸ βόρειο ἠμισφαίριο οἱ ἀστέρες αὐτοὶ εἶναι πάντα ἀφανεῖς καὶ ὁ ἀνταρκτικὸς κύκλος ἀόρατος. Ὄσο νοτιοτέρως κατοικεῖ κάποιος, τόσο μεγαλύτερος φαίνεται ὁ ἀνταρκτικὸς κύκλος. Ἐν νοτίῳ πόλῳ ὁ ἀνταρκτικὸς κύκλος συμπίπτει μὲ τὸν ὁρίζοντα καὶ τὸν ἰσημερινὸ κύκλο.
Ἐπὶ τῆς γηίνης σφαίρας, ὁ ἀνταρκτικὸς κύκλος ὁριοθετεῖ τὴν περιοχὴ ἀπὸ ΝΓΠ 66° 34′ ἕως τὸν νότιο πόλο ΝΓΠ 90°. Ἡ περιοχὴ αὐτὴ λέγεται ἀνταρκτικὴ ζώνη. Ἐκεῖ ἀπὸ φθινοπωρινῆς ἕως ἐαρινῆς ἰσημερίας, ἡ τροχιὰ τοῦ Ἡλίου τείνει νὰ εἶναι παράλληλη πρὸς τὸν ὁρίζοντα, σχεδὸν δίχως νὰ ἀνατέλλῃ ἢ νὰ δύῃ. Τρεῖς ἑβδομάδες πρὶν καὶ μετὰ τὴν ἡμέρα τοῦ χειμερινοῦ ἡλιοστασίου, ὁ Ἥλιος δεν δύῃ πλέον ἀλλὰ βυθίζεται μερικῶς ὑπὸ τοῦ ὁρίζοντος καὶ κατόπιν ὁλίγου χρόνου ἀναδύεται. Τὴν ἡμέρα τοῦ χειμερινοῦ ἡλιοστασίου ὁ Ἥλιος κινεῖται σχεδὸν παραλλήλως τοῦ ὁρίζοντος χωρὶς νὰ δύῃ. Τὸ φαινόμενο αὐτὸ καλεῖται Ἥλιος τοῦ μεσονυκτίου γιὰ τὸ νότιο ἡμισφαίριο.
Ἀντιθέτως κατὰ τὸ θερινὸ ἠλιοστάσιο, ὅταν οἱ ἡλιακὲς ἀκτῖνες εἶναι κατακορύφες εἰς τοὺς τόπους τοῦ θερινοῦ τροπικοῦ, ὁ Ἥλιος εἶναι ἀόρατος ἐντὸς τῆς ἀνταρκτικῆς ζώνης. Ὀλίγο διάστημα πρὶν καὶ μετὰ τὴν θερινὴ τροπή, ὁ Ἥλιος παραμένει μονίμως ὑπὸ τοῦ ὁρίζοντος μὲ ἀποτέλεσμα τὴν συνεχὴ νύκτα τῆς ἀνταρκτικῆς ζώνης.
Παρατηρήσεις
- Ὁ ἀρκτικὸς καὶ ὁ ἀνταρκτικὸς ἀρχίζουν ἀμφότεροι ἀπὸ τὸ γεωγρ. πλάτος 66° 34′, βόρειο καὶ νότιο ἀντιστοίχως. Τὸ ἄθροισμα 66° 34′ καὶ 23° 26′ (ποὺ εἶναι ἡ κλίση τοῦ γηίνου ἄξονος) εἶναι 90°.
- Τὸ λυκόφως εἶναι σχεδὸν ἀνύπαρκτο εἰς τοὺς τόπους τοῦ ἰσημερινοῦ καὶ τοὺς ἐκατέρωθεν αὐτοῦ τόπους, ἐπειδὴ ἐκεῖ ὁ Ἥλιος δύει σχεδὸν κάθετος πρὸς τὸν ὁρίζοντα μὲ ἀποτέλεσμα μικρᾶς διαρκείας λυκόφως. Ἐνῶ ἔχει μακρὰ διαρκεία εἰς τοὺς πολικοὺς καὶ τοὺς πέριξ αὐτῶν τόπους λόγῳ τοῦ ὅτι ὁ Ἥλιος ἐκεῖ δύει σχηματίζοντας ἀμβλεία γωνία πρὸς τὸν ὁρίζοντα καὶ παραμένει ἐγγὺς τοῦ ὁρίζοντος ὥρα πολλήν κατόπιν τῆς δύσεως, μὲ ἀποτέλεσμα μεγάλης διαρκείας λυκόφως. Καὶ γενικότερα, ὅσο πλησιάζουμε πρὸς τὸν ἰσημερινὸ τὸ λυκόφως γίνεται συντομότερο, ἐνῶ ὅσο πλησιάζουμε πρὸς βορρᾶ αὐξάνει χρονικά.
- Ὁ βορείος πόλος σημειοδοτεῖται ἀπὸ τὸν Πολικὸ ἀστέρα (α′ Μικρᾶς Ἄρκτου, Polaris). Ὄσο βορειοτέρως μετακινεῖται κάποιος, τόσο ὑπερυψωμένος ἐμφανίζεται ὁ Πολικός. Ἐντὸς τῆς ἀρκτικῆς ζώνης ὁ Πολικὸς καταλαμβάνει σχεδὸν τὴν κορυφὴ τοῦ οὐρανοῦ, ὅλα τὰ ὁρατὰ ἄστρα φαίνονται να περιστρέφονται γύρω του παραλλήλως πρὸς τὸν ὁρίζοντα, καὶ οὐδὲν ἐξ αὐτῶν ἀνατέλλει ἢ δύει. Παρομοίως φαίνονται καὶ τὰ ὁρατὰ ἄστρα τοῦ νοτίου πόλου, ἀλλὰ δίχως νὰ ὑπάρχει ἀντίστοιχος ἀστὴρ ποὺ νὰ σημειοδοτῇ τὸν νότιο πόλο. Ὅσον ἀφορᾷ τοὺς δύο τροπικοὺς κύκλους, ὁ χειμερινὸς τροπικὸς γίνεται θερινὸς τροπικὸς καὶ ὁ θερινὸς τροπικὸς γίνεται χειμερινὸς τροπικὸς γιὰ τὸ νότιο ἠμισφαίριο. Γιὰ τοὺς τόπους τοῦ ἰσημερινοῦ, ὁ ἰσημερινὸς κύκλος καὶ οἱ δύο τροπικοὶ συμπίπτουν, ὁ δὲ Πολικὸς εἶναι μόλις ὁρατὸς χαμηλὰ εἰς τὸν ὁρίζοντα.
Λοξοί
– Ἐκλειπτική
Ἡ ζώνη τῆς Ἐκλειπτικῆς λέγεται κύκλος λοξὸς, ἐπειδὴ τέμνει τοὺς παράλληλους κύκλους, καὶ συγκεκριμένα τοὺς τρεῖς μεσαίους: θερινὸ τροπικό, ἰσημερινὸ καὶ χειμερινὸ τροπικό. Ἡ τομή της μὲ ἕκαστον τῶν τροπικῶν εἶναι τὰ σημεῖα τῶν τροπῶν ἢ ἡλιοστασίων, ἐνῶ μὲ τὸν ἰσημερινὸ τέμνεται εἰς δύο σημεῖα, τὰ τῶν ἰσημεριῶν. Τὸ συνολικὸ εὖρος τῆς ζώνης ὅπου κινοῦνται ὁ Ἥλιος, ἡ Σελήνη, καὶ οἱ πλανῆτες καὶ ποὺ περιέχει τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν ζῳδιακῶν ἀστερισμῶν εἶναι περίπου 16°, δηλαδὴ 8° καὶ 8° ἑκατέρωθεν τῆς Ἐκλειπτικῆς.
Ἡ κλίση ἢ Λόξωση τῆς Ἐκλειπτικῆς εἶναι περίπου 23° 26′ καὶ ἐμφανίζει μικρὰ διακύμανση λόγῳ διαφόρων παραγόντων. Ἡ κυριότερη διακύμανση εἶναι ἀπὸ 22° 06′ ἕως 24° 30′ μὲ περίοδο 41.000 ἐτῶν. Τὴν σήμερον ἡ μέση τιμὴ τῆς λοξώσεως μειώνεται κατὰ 28″ περίπου ἀνὰ ἔτος, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν σταδιακὴ μετατόπιση τῶν δύο τροπικῶν κύκλων πρὸς τὸν ἰσημερινὸ καὶ τῶν δύο πολικῶν πρὸς τοὺς πόλους κατὰ 15 μ. / ἔτος περίπου. Ἀναλυτικὰ γιὰ τὴν Ἐκλειπτικὴ δεῖτε τὴν ἀστρονομία τοῦ Ἡλίου.
– Ὁρίζων
Ὁ Ὁρίζων εἶναι ὁ κύκλος ποὺ ὁριοθετεῖ γιὰ τὸν παρατηρητὴ τὸ ὁρατὸ μέρος τῆς οὐρανίας σφαίρας ποὺ ἀντικρίζει. Ὁ ὁρίζων διχοτομεῖ τὴν οὐράνια σφαῖρα ὡς πρὸς τὸν παρατηρητὴ εἰς δύο ἡμισφαίρια, ἕνα ὑπέργειο καὶ ὁρατὸ καὶ ἕνα ὑπόγειο καὶ ἀόρατο. Εἰς τὴν περιοχὴ τῶν πόλων, ὁ ὁρίζων εἶναι παράλληλος μὲ τοὺς ἄλλους παράλληλους κύκλους καὶ μάλιστα συμπίπτει μὲ τὸν ἀρκτικὸ καὶ τὸν ἀνταρκτικὸ εἰς τὰ ἀντίστοιχα ἡμισφαίρια. Εἰς τὴν περιοχὴ τοῦ ἰσημερινοῦ ὁ ὁρίζων εἶναι κάθετος πρὸς τοὺς παράλληλους κύκλους. Εἰς τοὺς ἄλλους τόπους εἶναι λοξὸς πρὸς τοὺς παράλληλους κύκλους, ἡ δὲ κλίση του ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν τόπο τοῦ παρατηρητή.
Μεσημβρινοί
Λέγονται καὶ κατακόρυφοι ὡς πρὸς τοὺς πόλους. Μεσημβρινὸς ὀνομάζεται ὁ κύκλος ποὺ περνάει ἀπὸ τοὺς πόλους τῆς οὐρανίας σφαίρας καὶ ἀπὸ τὸ σημεῖο τῆς κορυφῆς, ὅπου ὅταν φθάνῃ ὁ Ἥλιος συμβαίνει τὸ μέσον τῶν ἡμερῶν καὶ τῶν νυκτῶν. Ὁ κύκλος αὐτός εἶναι ἀκίνητος καὶ διατηρεῖ τὴν ἰδία θέση ὡς πρὸς τὸν παρατηρητὴ κατὰ τὴν φαινόμενη περιστροφὴ τῆς οὐρανίας σφαίρας. Ὁ μεσημβρινὸς διαφέρει καθῶς ὁ παρατηρητὴς μετατοπίζεται πρὸς ἀνατολὰς ἢ δυσμάς.
Ὁ μεσημβρινὸς ποὺ περνάει ἀπὸ τὴν περιοχὴ τοῦ Γκρήνουιτς (Greenwich, Βρεττανία) ὡρίσθη ὡς τὸ συμβατικὸ σημεῖο ὑπολογισμοῦ τοῦ γεωγραφικοῦ μήκους λίαν προσφάτως, μόλις πρὸ ἑνὸς αἰῶνος. Δυτικῶς τοῦ Μεσημβρινοῦ Γκρήνουιτς μετρᾶται σήμερα τὸ δυτικὸ γεωγραφικὸ μῆκος (ΔΓΜ) καὶ ἀνατολικῶς αὐτοῦ τὸ ἀνατολικὸ γεωγραφικὸ μῆκος (ΑΓΜ).
– Ἡλίου Πύλες
Πολλοὶ τοπικοὶ πρῶτοι μεσημβρινοὶ ἦταν ἐν χρήσει, καὶ ἀρκεταὶ χῶρες ὑπολόγιζαν συντεταγμένες βάσει τῶν τοπικῶν πρώτων μεσημβρινῶν. Αὐτὴ ἡ συνήθεια ἀνάγεται εἰς τὴν ἑλληνικὴ ἐπιρροή, ὅπου ἤδη ἀπὸ τὴν ἀλεξανδρινὴ περίοδο συναντοῦμε μετρήσεις βάσει τῶν μεσημβρινῶν τῆς Ῥὀδου, τῆς Ἀλεξάνδρειας κ. ἂ. Ὑπάρχουν ὡστόσο μυθολογικὲς ἀναφορὲς γιὰ τὸν τόπο ὅπου ὁ Ἥλιος ἀρχίζει τὴν ἡμερήσια πορεία του, ποὺ λέγεται Ἡλίου Πύλες, καὶ ὑποδηλώνει ἕναν φυσικὸ μεσημβρινὸ κοσμικῆς σημασίας καὶ σχετικὸ πρὸς τὴν ῥοὴ τοῦ Χρόνου:
“Ἀφοῦ ἄφησε τὸ πλοῖο τοῦ Ὠκεανοῦ τὸ ρεῦμα,
ἔφθασε μετὰ στὸ κῦμα τῆς πλατύδρομης θαλάσσης,
καὶ στὴν νῆσο Αἰαία ὅπου τῆς Αὐγῆς τοῦ ὄρθρου κόρης,
οἱ χοροὶ καὶ ἡ οἰκία εἶναι κι οἱ ἀνατολὲς τοῦ Ἥλιου”
Ὅμηρος, μ′, στίχοι 1 – 4“Τὴν Λευκὴ πέτρα περάσαν καὶ τοῦ Ὠκεανοῦ τὸ ρεῦμα,
καὶ τὶς πύλες τοῦ Ἡλίου καὶ τὴν χώρα τῶν ὀνείρων,
διάβηκαν, καὶ γοργὰ φθάσαν στὸ λιβάδι μ' ἀσφοδέλους,
ὅπου οἱ ψυχὲς διαμένουν, οἱ σκιὲς τῶν πεθαμένων”
Ὅμηρος, ω′, στίχοι 11 – 14“Καὶ θὰ εὕρεις τὸν οἴκο τοῦ πατρὸς σου δίχως κόπο. Ὁ τόπος ἀπὸ ὅπου ἀνατέλλει συνορεύει μὲ τὴν δικὴ μας χώρα (τὴν Αἴγυπτο)”
Συνομιλία Κλυμένης καὶ Φαέθοντος – Ὀβίδιος, Μεταμορφώσεις, 1, 773 – 774“...ἡ πόλις τοῦ Αἰήτου, ὅπου τοῦ γοργοῦ Ἡλίου οἱ ἀκτῖνες κείτονται σὲ χρυσὸ θάλαμο πλάι στοὺ Ὠκεανοῦ τὰ χείλη, ὅπου ὁ θεῖος Ἰάσων ἐπῆγε”
Μίμνερμος, ἀπόσπασμα 11α
“...πρὸς τὴν γῆ τῶν Αἰθιόπων, ὅπου τὸ γοργό του ἅρμα καὶ ἵπποι στέκουν ὥσπου νὰ ἔρθῃ ἡ ἠριγενὴς Αὐγή· ἐκεῖ ὁ υἱός τοῦ Ὑπερίωνος ἐπιβαίνει τοῦ ἄλλου ἅρματός του (τοῦ πρωινοῦ)”
Μίμνερμος, ἀπόσπασμα 12